προπορεύονται

προπορεύονται
προπορεύομαι
pres ind mp 3rd pl
προπορεύω
cause to go before
pres ind mp 3rd pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • εβδομαγέτης — ἑβδομαγέτης, ο (Α) (επίθ. τού Απόλλωνος) 1. αυτός που για χάρη του κάνουν θυσίες την έβδομη ημέρα κάθε μήνα 2. αυτός που στη γιορτή του επτά αγόρια και επτά κορίτσια προπορεύονται τής πομπής …   Dictionary of Greek

  • οστιάριος — Τίτλος εκκλησιαστικός που καθιερώθηκε στο Βυζάντιο. Συνήθως δίδεται σε ψάλτες και αναγνώστες, ορισμένες όμως φορές και σε ιερείς. Μεταξύ των καθηκόντων του ο. ήταν η απαγόρευση εισόδου στην εκκλησία ατόμων που δεν ήταν ευπρεπώς ενδεδυμένοι ή που… …   Dictionary of Greek

  • Γίγαντες — Μυθολογικά πρόσωπα. Όντα με ανθρώπινη μορφή αλλά με υπερφυσικές διαστάσεις και δύναμη. Κατά την ελληνική μυθολογία, αποτελούσαν την προσωποποίηση των καταστρεπτικών και ανεξέλεγκτων δυνάμεων της φύσης (π.χ. σεισμοί), σε αντίθεση με τους θεούς.… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”